Η λογοτεχνία στην Κύπρο στα χρόνια της πανδημίας

Συνέντευξη του Μιχάλη Νικολάου στις «Συμπαντικές Διαδρομές»

 

 

Στο περιοδικό των Συμπαντικών Διαδρομών παραχώρησε συνέντευξη ο Μιχάλης Νικολάου, ο οποίος μίλησε για την επίδραση της πανδημίας που βιώνουμε στον κόσμο της λογοτεχνίας.

Αναλυτικά η συνέντευξη: 

Ο σκοπός αυτού του Project είναι να δώσουμε συντονισμένα την εικόνα τους στην κοινωνία και να προβάλουμε τη φωνή των σύγχρονων συγγραφέων από την Κύπρο, όλων αυτών που βρήκαν φωνή και στέγη τα δέκα πέντε τελευταία χρόνια στις Εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές, τονίζοντας παράλληλα με το συγγραφικό τους έργο και τη δυναμική της λογοτεχνίας σαν σύμβολο ελπίδας, και γιατί όχι λύτρωσης και απελευθέρωσης, στα δύσκολα χρόνια της πανδημίας που ζούμε.

Αγαπητέ κύριε Νικολάου, καλημέρα. Έχετε εκδώσει τέσσερα βιβλία σας στις Εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές. Κάθε χρόνο κυκλοφορούν άπειρα καινούργια βιβλία. Τι πιστεύετε ότι μπορούν να προσθέσουν τα δικά σας βιβλία; Για ποιο λόγο κάποιος να τα επιλέξει για να τα διαβάσει;

Θα ‘θελα, αρχικά, να σας ευχαριστήσω γι’ αυτήν τη συνέντευξη. Η αλήθεια είναι πως κάθε χρόνο κυκλοφορούν χιλιάδες βιβλία και αυτό είναι πολύ ευχάριστο, αν αναλογιστεί κανείς πως το αναγνωστικό κοινό μειώνεται κάθε χρόνο όλο και περισσότερο. Η δική μου γραφή, πιστεύω, πως ανταποκρίνεται σ’ όλα τα γούστα και τα βιβλία μου μπορούν να διαβαστούν ευχάριστα από μια μεγάλη μερίδα του αναγνωστικού κοινού. Έχω δημοσίευση παιδικά –εφηβικά βιβλία που ασχολούνται με σύγχρονα κοινωνικά θέματα, όπως η καταστροφή του περιβάλλοντος και η φιλία, διηγήματα κοινωνικού περιεχομένου, αλλά και μυστηρίου και τον τελευταίο χρόνο ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με μεταφυσικές προεκτάσεις.

Επιλέξετε ένα ή δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα βιβλία σας, που να εκφράζουν αυτό που θέλετε να μεταδώσετε στους αναγνώστες, ώστε να μπορέσουν να καταλάβουν πιο εύκολα τον κόσμο των βιβλίων σας.

Επιλέγω ένα απόσπασμα απ’ το διήγημα μου «Φως, παρακαλώ!», που είναι δημοσιευμένο στη συλλογή διηγημάτων «33ΜΚ και άλλα διηγήματα» (εκδ. Συμπαντικές Διαδρομές 2017):

[…] Αργότερα, αυτοί οι ίδιοι οι δήμιοι μου, με ονόμασαν σύμβολο ελευθερίας και δικαιοσύνης. Μου έραψαν το κεφάλι στο σάπιο σώμα μου και με έστειλαν για να τα διδάξω σ’ ένα σκοτεινό, βρομισμένο χαράκωμα. Άναψα με τα βρόμικα χέρια μου ένα κερί, για να βρω το φως μου. Και είδα. Νεκρά κορμιά, σαπισμένα πτώματα, ποντίκια να γεύονται σάρκες, βρομόνερα να με καλύπτουν μέχρι τη μέση. Απέναντι έπεφταν οβίδες που έγραφαν επάνω “ελευθερία”. Ήθελα να σβήσω το κερί και να αφεθώ να με καλύψει το σκοτάδι, αλλά το φοβόμουν περισσότερο από αυτό που έβλεπα. “Γιατί όλο αυτό;”, ρώτησα το λοχία, που ξάπλωνε σε μια στοίβα από τρύπιους γαιόσακους και κρατούσε το στήθος του. Μόλις είχε δεχτεί ένα μεταλλικό αντικείμενο που του έπαιρνε αργά- αργά τη ζωή. “Μα, για την ελευθερία, ανόητε!”, μου είπε και χαμογέλασε μέσα σε φρικτούς πόνους και βογκητά. “Ποιου την ελευθερία;”, ξαναρώτησα. “Του ανθρώπου!” είπε και ξερόβηξε. “Κι αυτοί απέναντι δεν είναι άνθρωποι; Για τι πολεμούν αυτοί;”, είπα κι έφτιαξα το κράνος μου για να τον βλέπω καλύτερα. “Μισάνθρωποι είναι. Σφάζονται για τη δική τους ελευθερία αλλά δεν τους νοιάζει για την ελευθερία των άλλων. Σκότωσε τους και μη σε νοιάζει”. Ήθελα να τον βοηθήσω γιατί μου φάνηκε πώς μιλούσε λογικά, αλλά κρατούσα όπλο που έκαιγε ακόμη. Η κάννη έβγαζε καπνό. Μόλις είχα σκοτώσει κάποιον που αγωνιζόταν για τη δική του ελευθερία. “Δεν έχει σημασία”, είπε βαριανασαίνοντας ο άλλος. “Εσύ έχεις σημασία. Η δική σου ζωή και η δική σου ελευθερία. Πρόσεξε λοιπόν και ζήσε ελεύθερος!”. “Εσύ έζησες ελεύθερος;”, ρώτησα απορημένος. Με στραβοκοίταξε. “Πεθαίνω ελεύθερος! Αυτό έχει σημασία. Αγωνίσου για την ελευθερία σου, μικρέ”, μου είπε βαριανασαίνοντας. “Πώς να το κάνω;”, ρώτησα, αλλά τα μάτια του είχαν κλείσει. Ευτυχώς, σκέφτηκα. Φοβάμαι το σκοτάδι και θέλω να ζήσω ελεύθερος. Καλύτερα αυτός παρά εγώ! Στα χωμάτινα τοιχώματα υπήρχαν ανθρώπινα κορμιά στοιβαγμένα το ένα επάνω στο άλλο. Κορμιά που πολέμησαν και χάθηκαν για τη δική τους ελευθερία. Σκίρτησε η καρδιά μου. Έσκαψα για να χωθώ στο χώμα και βρήκα μια παπαρούνα κατακόκκινη. Την πήρα στα χέρια μου και τη χάιδεψα απαλά, σαν να ήταν νεογέννητο παιδί. Την ονόμασα Στρατή και την έκλεισα μέσα στην καρδιά μου. Εκεί όμως μαύρισε από το σκότος που είχα μέσα μου. Μαύρισε και ξεράθηκε. Μια βόμβα που έσκασε δίπλα μου με έριξε στο έδαφος και από πάνω μου τόνοι χώματος με κομμένες σάρκες με κάλυψαν. Σκοτάδι! Λίγο φως παρακαλώ. Λίγο φως! […]

Είναι ένα διήγημα που δείχνει την εξέλιξη του ανθρώπου και την προσπάθεια του να κατακτήσει το φως του, δηλαδή την ελευθερία του εσωτερική κι εξωτερική.

Ένα σίγουρα μεγάλο ερώτημα για κάθε αναγνώστη που λατρεύει έναν συγγραφέα είναι πως θα είναι σαν απλός άνθρωπος, τι συνήθειες θα έχει. Τι τρώει, τι μουσική του αρέσει, που ταξίδεψε και πολλά άλλα πράγματα. Θα προσπαθήσω να κάνω απλή αλλά αναγκαστικά και περίπλοκη ταυτόχρονα την ερώτηση. Πείτε μας που θα θέλατε να ταξιδέψτε για να απαγγείλετε κάποιο κείμενο σας και όταν θα το κάνατε αυτό, τι μουσική θα θέλατε να ακούγεται, τι ποτό να γεμίζει το ποτήρι μπροστά σας και ποια αγαπημένη νοστιμιά να σας περιμένει στο πιάτο σας;

Προσωπικά δεν θεωρώ πως ένας συγγραφέας διαφοροποιείται από άλλους άνθρωπος, εφόσον ζει κι εξελίσσεται μέσα στη σύγχρονη κοινωνία και δεν είναι απομονωμένος σ’ ένα δικό του εξωπραγματικό μικρόκοσμο. Κι έτσι πρέπει να είναι, διαφορετικά δεν θα μπορέσει να εξελίξει τη γραφή και τη θεματολογία του. Δεν έχω κάποιες ιδιαίτερες προτιμήσεις, λοιπόν, σ’ αυτά που με ρωτάτε. Ίσως ένα ελληνικό νησί, ιδιαίτερα τώρα το καλοκαίρι, να ήταν μια ευχάριστη επιλογή.

Κάτι ευχάριστο, όμορφο και γλυκό που θα θέλατε να μοιραστείτε με τους αναγνώστες μας; Μέσα σε αυτόν τον σκληρό, βίαιο και απάνθρωπο κόσμο και μέσα σε αυτή την απρόσωπη κοινωνία υπάρχει κάτι που σας κρατάει, που σας δίνει δύναμη; Ίσως το όνειρο να γράψετε κάτι καινούργιο, να ζωγραφίσετε στην άμμο του χρόνου, ένα καινούργιο όνειρο, ένα καινούριο μύθο;

Είναι σημαντικό οι άνθρωποι να έχουν πάντα θετική σκέψη για τη ζωή και το μέλλον, αλλά και για την ανθρωπότητα γενικά και να προσπαθούν να κάνουν το καλύτερο και για τον εαυτό τους, αλλά και για τους συνανθρώπους τους. Το να ονειρευόμαστε και να επιδιώκουμε ένα καλύτερο, πιο ανθρώπινο αύριο είναι αυτό που πρέπει να μας δίνει δύναμη να συνεχίσουμε να προσπαθούμε για τη βελτίωση της ζωής μας, αλλά και της κοινωνίας. Αυτό κάνω εγώ κι αυτό επιδιώκω μέσα απ’ τη γραφή μου.

Την τελευταία χρονική περίοδο όλος ο κόσμος έχει χτυπηθεί από ένα πρωτοφανές ξέσπασμα πανδημίας και ζούμε καταστάσεις που πραγματικά ούτε οι συγγραφείς της επιστημονικής φαντασίας δεν τις είχαν φανταστεί. Η καραντίνα του πληθυσμού σχεδόν σε όλο τον πλανήτη είναι κάτι το πρωτοφανές στην ανθρώπινη ιστορία. Εσείς πως ζείτε όλη αυτή την κατάσταση; Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνάει η ανθρωπότητα πιστεύετε ότι η λογοτεχνία μπορεί να δώσει ελπίδα στους ανθρώπους και να εκφράσει τα προβλήματα τους;

Είναι τραγικό αν σκεφτείτε πως τόσα εκατομμύρια άνθρωποι απ’ τη μια στιγμή στην άλλη αναγκάστηκαν να κλειστούν στο σπίτι τους, ν’ αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους, τις συνήθειες τους και αρκετοί από αυτούς να χάσουν την εργασία τους. Το πιο λυπηρό για μένα είναι που τους ανάγκασαν να είναι με τις ώρες μπροστά από ένα υπολογιστή και ιδιαίτερα τους μαθητές και τους φοιτητές κι έτσι να χάσουν ό,τι πολυτιμότερο, κατ’ εμέ, δίνεται σ’ αυτές τις ηλικίες κι όχι μόνο: την επαφή με τους άλλους ανθρώπους! Αυτό νομίζω πρέπει να μας προβληματίσει αρκετά για παρόμοια μελλοντικά φαινόμενα, γιατί στην τελική το ν’ απομονώνονται οι άνθρωποι δεν είναι η πρέπουσα λύση, εκτός κι αν υπάρχει αυτή η επιδίωξη από κάποιους!

Η λογοτεχνία και γενικά το βιβλίο θα πρέπει να διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο σε τέτοιες συνθήκες, αλλά δεν ξέρω κατά πόσον οι άνθρωποι το επιδιώκουν αυτό κι όχι τη συντροφιά μιας τηλεόρασης, ενός κινητού ή ενός υπολογιστή.

Η ανθρωπότητα μαστίζεται από μια νέα «ασθένεια», που για μένα είναι και η πιο ανησυχητική: την απόλυτη μοναξιά των ανθρώπων!

Σε ευχαριστούμε για τον χρόνο σας. Κάτι τελευταίο που θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες μας;

Εύχομαι οι άνθρωποι να μη σταματήσουν ν’ αναζητούν την απλότητα στη ζωή τους, την ανθρωπιά και κυρίως να διαβάζουν πολλά, πολλά βιβλία!